Luben's Just Another Word For Nothing Left to Lose

Είναι ένα συμπαθητικό αλλά άγνωστο τραγουδάκι που έλεγε ο Richard Thompson, ονομάζεται Μελισσόφτερο (Βeeswing). Υποθέτω ότι δεν το έχετε ξανακούσει. Ένας άντρας μιλάει για το κορίτσι που κάποτε αγάπησε (she was a lost child, she was runnin' wild, there was animal in her eyes). Αυτή δεν άντεχε τη μικροαστική ζωή (if you don't take me out of here, I'll surely lose my mind), οπότε παρατήσαν κι οι δυο τις δουλειές τους για να ζήσουν σαν τσιγγάνοι, συνέχεια στον δρόμο από δω κι από κει, βγάζοντάς την όπως-όπως. Σε κάποια στιγμή ο άντρας κουράστηκε, άρχισε να νοσταλγεί σπίτι, σταθερή δουλειά και οικογένεια. Όμως αυτά που για τον άντρα ήταν όνειρο, για το κορίτσι ήταν εφιάλτης (you foolish man, that surely sounds like hell). Οπότε οι δύο σύντροφοι χωρίσαν και δεν ξαναειδωθήκαν. Πολλά χρόνια αργότερα, ο άντρας άκουσε φήμες για το κορίτσι, ότι τελικά έγινε αλκοολική και κατέρρευσε. Maybe that's the price you pay for the chains that you refuse.





Υπάρχει και το αντίστροφο τραγούδι, που λέει την ιστορία από την πλευρά του κοριτσιού. Αυτό το ξέρετε σίγουρα, είναι πολύ γνωστό κομμάτι. Μαθαίνουμε και το όνομα του άντρα σ’ αυτό το τραγούδι: Bobby McGee.





Freedom’s just another word for nothing left to lose. Συνήθως αποκαλούμε λούμπεν όποιον φτάνει στην ιδιότυπη ελευθερία να μην έχει τίποτα να χάσει. Θα χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη παρόλο που είναι αρνητικά φορτισμένη. Εμείς, οι μη-λούμπεν, έχουμε πάρα πολλά να χάσουμε, με πρώτο και καλύτερο το κοινωνικό μας πρόσωπο. Δηλαδή, νοιαζόμαστε να μη γελοιοποιηθούμε, να μη γίνουμε καραγκιόζηδες – νοιαζόμαστε για το πώς θα φανούμε στα μάτια των άλλων. Ένας λούμπεν όμως έχει ξεπεράσει αυτήν την εφηβεία. Είναι αυτοπροσδιοριζόμενος και αυτοαναφορικός, σαν τον Βούδα στη νιρβάνα. Σε όλους εμάς η κοινωνία έχει μόνιμες πρεσβείες και προξενεία στο μυαλό μας, ο λούμπεν όμως είναι έξω από το δικό μας κοινωνικό συμβόλαιο.

Γι’ αυτό και είναι τόσο δυνατός.

Είναι αλήθεια, ο λούμπεν έχει μια ιδιότυπη δύναμη• τη δύναμη αυτού που έχει φτάσει στον πάτο, έχει χάσει κάθε έννοια ντροπής και εξευτελισμού, δεν ελπίζει τίποτα, δε φοβάται τίποτα, είναι ελεύθερος. Ο λούμπεν έχει επίσης και μια ιδιότυπη γοητεία• αυτό μου το επισήμανε ένας σοφός Άγγλος (ναι, υπάρχουν και Άγγλοι που είναι σοφοί!), λεγόταν Σάιμον, επίθετο δεν ξέρω, μετά από μερικά ποτήρια ουΐσκι (ή μερικά μπουκάλια ουΐσκι, δεν είμαι σίγουρος), μου είχε πει: «Οι καλές γυναίκες δεν γοητεύονται από τους καλούς άντρες. Οι καλές γυναίκες γοητεύονται από τα χαμένα κορμιά, αυτούς που έχουν πάρει τον κατήφορο, ειδικά μάλιστα όταν νιώθουν ότι μπορούν να τους σώσουν από την απώλεια, να παίξουν τον ρόλο του Ιησού». Ο Erving Goffman είχε πιάσει αυτήν την ιδιότυπη δύναμη των λούμπεν όταν έγραφε στο On-Face Work (1955):
Ελάχιστη κοινωνική αντίληψη, ελάχιστο τακτ και κοινωνική διπλωματικότητα (savoir-faire), ελάχιστη αίσθηση περηφάνειας, ελάχιστη περίσκεψη, και το πρόσωπο αυτό παύει να είναι κάποιος στον οποίον μπορείς να βασίζεσαι ότι θα συνειδητοποιεί την εντύπωση που δίνει στους άλλους, την εντύπωση που δίνουν οι άλλοι, και ότι θα τους προστατέψει από τον εξευτελισμό ... Ένα τέτοιο πρόσωπο είναι απειλή για την κοινωνία, δεν μπορείς να κάνεις πολλά μ’ αυτόν
Με άλλα λόγια, το ιδανικό του βουδισμού. Η απελευθέρωση από την επιθυμία και τις προσκολλήσεις (you foolish man, that surely sounds like hell) δια της αποκάθαρσης του νου. Βουδισμός σε αντιδιαστολή, nirvana’s just another word for nothing left to lose. Στον κυριλέ βουδισμό, το ιδανικό αυτό επιτυγχάνεται ακολουθώντας το Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι• οι λούμπεν όμως κατακτάνε τη νιρβάνα με άλλες πνευματικές μεθόδους (αλκοόλ, ναρκωτικά, περιθωριοποίηση, κοινωνική κατάπτωση, «τι πα να πει βρωμιά και τρόμος, κατήφορος και προσβολές» κ.λπ.). Ο καθείς και τα όπλα του.

Η μόνη μέινστριμ ταινία που μιλάει για λούμπεν είναι, νομίζω, το The Big Lebowski. O Bruce Springsteen έγραψε επίσης δύο τραγούδια για τους λούμπεν. Το ένα είναι το Unsatisfied Heart. To άλλο είναι πιο γνωστό και πιθανώς το ξέρετε ήδη: Promised Land. Όπως και το παραπάνω του Richard Thompson, έτσι κι αυτό το τραγούδι μιλά για κάποιον που ζει μια καλή μικροαστική ζωή (I've done my best to live the right way, I get up every morning, go to work each day), όμως τελικά αυτό που για άλλους είναι όνειρο, για τον ίδιο είναι εφιάλτης (but your eyes go blind and your blood runs cold, sometimes I feel so weak, I just want to explode). Οπότε τελικά ο ήρωας τα παρατάει κι αυτός όλα για να συναντήσει τη δική του νιρβάνα (there's a dark cloud rising from the desert floor, I packed my bags and I'm heading straight into the storm). Στην ορολογία του βουδισμού, έγινε ένας αραχάτ, κάποιος που βρίσκεται στον δρόμο για τη φώτιση. Και που, κατά πάσα πιθανότητα, δεν πρόκειται να ζήσει για πολύ ακόμα. Συνήθως δεν μακροημερεύουν οι αραχάτ (= λούμπεν, στη δική μας ορολογία), όλοι αυτοί που οι πράξεις τους δε δημιουργούνε καρμικές συνέπειες (= που δεν νοιάζονται μην εξευτελιστούν, στη δική μας ορολογία). Αργά ή γρήγορα, μάλλον γρήγορα, περνάνε στην παρανιρβάνα (= πεθαίνουν, στη δική μας ορολογία). Maybe that's the price you pay for the chains that you refuse.
 




Πριν πεθάνουν όμως, οι λούμπεν συνήθως αφήνουν κάτι. Κάποιοι αφήνουν πίσω τους πολλά, δημιουργούνε ακόμα και καινούργιες θρησκείες όπως ο Βούδας κι ο Ιησούς• για κάποιους άλλους γράφονται τραγούδια, όπως για τον Νίκο Κοεμτζή. Αυτή όμως είναι η εξαίρεση. Οι περισσότεροι λούμπεν θα φύγουν (πρόωρα) και θα αφήσουν μόνο μια ατάκα, μια τοπική παροιμία, μια ανάμνηση σε ορισμένους ανθρώπους που τους γνώρισαν. Τίποτα περισσότερο. Κανένα βιβλίο ιστορίας δεν θα τους γράψει, καμία προτομή δεν θα ανεγερθεί για χάρη τους. Είπαμε, οι πράξεις τους είναι ουδέτερες, δε δημιουργούν καρμικές συνέπειες, ούτε αρνητικές ούτε θετικές.

Μετανάστες, πρεζόνια, περιθωριακοί, αλαφροΐσκιωτοι, ζητιάνοι, πόρνες, σκλάβοι, τέρατα του τσίρκου, ινδιάνοι, κακοποιοί, αλκοολικοί, τρόφιμοι ψυχιατρείων – τέτοια είναι τα μέλη της ιδιότυπης σάνγκα των λούμπεν (σάνγκα, στην ορολογία του βουδισμού, είναι η κοινότητα των μοναχών), όλων αυτών που έφτασαν να βλέπουν το τρίπτυχο σπίτι–δουλειά–οικογένεια σαν εφιάλτη, όχι σαν όνειρο, που δεν νοιάζονται μη γελοιοποιηθούν.

Ο Φώτης εμφανίστηκε στον Βόλο κάπου αρχές δεκαετίας του ‘80. Μόνιμα ήρεμος, ατημέλητος, ακούρευτος, αξύριστος, άπλυτος, με σκούρο δέρμα και μικρό ανάστημα, ήταν ένας από τους διάφορους τύπους που σεργιανούσαν στους δρόμους της πόλης χωρίς κάποιον προορισμό. Ορισμένες φορές τον έβλεπαν να μιλάει μόνος του, άλλοτε έπιανε κουβέντα με περαστικούς, πήγαινε στην παραλία και κοιτούσε τους γλάρους, τραγουδούσε, έκανε τον τροχονόμο σε διασταυρώσεις, τέτοια πράματα. Έμενε σε κάτι καλύβια που έχτισε ο ίδιος σε έναν λόφο έξω από τον Βόλο, και προφανώς κάποιος του έδινε χρήματα, δεν εξηγείται αλλιώς, ίσως κάποια εκκλησία, διότι ποτέ δεν δούλευε και ποτέ δε ζητιάνευε.

Στην αρχή, ο κόσμος τον έλεγε τρελό. Αυτή ήταν η πρώτη φάση. Οι φήμες έλεγαν ότι παλιά ήταν τσαγκάρης και τρελάθηκε για μια γυναίκα, ότι είχε δυο πλούσιες αδερφές που τον μισούσαν, όμως δεν ξέρω πόση βάση έχουν οι αναπόφευκτες φήμες που πάντα θα κυκλοφορούν σε μια μικρή πόλη. Σίγουρα πάντως ο Φώτης είχε κάποιο πεπρωμένο με τις γυναίκες γιατί πάντα ήταν ιδιαίτερα αβρός και ιπποτικός προς αυτές. Στο μπαρ Alter Ego, πάνω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, υπήρχε παλιά μια σειρά φωτογραφιών που έβγαλε ο Φώτης με κάποιο γυμνό μοντέλο (υπάρχουν ακόμα; το Alter Ego υπάρχει ακόμα;).

Η δεύτερη φάση άρχισε κάπου τη δεκαετία του ’90, όταν άκουγα όλο και περισσότερους Βολιώτες να διαμαρτύρονται: «Και γιατί, δηλαδή, να τον λέμε τρελό τον Φώτη; Ας τον λέμε ιδιόρρυθμο, όχι όμως και τρελό! Ο Φώτης δεν πειράζει κανέναν». Όχι μόνο δεν πειράζει κανέναν, αλλά αντίθετα ο Φώτης δίνει όσο μπορεί. Όταν πιάσει λεφτά στα χέρια του τα μοιράζει στον κόσμο που θα συναντήσει στο δρόμο, συχνά προσφέρει λουλούδια στις κυρίες, είναι μια πολύ αντι-ευαγγελοβενιζελική παρουσιά: θέλει μόνο να δίνει, όχι να παίρνει. Δε θυμάμαι αν είπα ότι ο Φώτης τραγουδάει και ωραία, έχει καλή φωνή. Ένας φίλος μου παλιά όταν ήθελε να κάνει καντάδα στην κοπέλα του, έβαζε τον Φώτη να τραγουδάει κρυμμένος στη γωνία κι ο ίδιος καθόταν κάτω από το μπαλκόνι της κι ανοιγόκλεινε το στόμα του. Σταδιακά ο Φώτης εξελίχθηκε σε σήμα κατατεθέν του Βόλου, μια φιγούρα χωρίς την οποία η πόλη δεν θα είναι η ίδια.

Υπάρχει και τρίτη φάση. Αυτή ξεκίνησε αρκετά πρόσφατα. Το 2012 έψαξα στο ίντερνετ για τον Φώτη και δεν βρήκα τίποτα. Ο κόσμος τον συμπαθούσε μεν αλλά κανείς δεν σκεφτόταν να γράψει γι’ αυτόν, δεν τον έβλεπαν ως κάτι αξιοσημείωτο. Αυτό άλλαξε από το 2013 και μετά. Πλέον βρίσκω πολλά άρθρα, φωτογραφίες και υλικό γι’ αυτόν στο ίντερνετ – μπορείτε, για παράδειγμα, να διαβάσετε εδώ μια συρραφή κειμένων («κυρία, στο δρόμο προχθές περπατούσα με τη μητέρα μου και ένας φτωχός μάς έδωσε λεφτά!»), εδώ κάποιες πρόσφατες φωτογραφίες του που δίνει μαργαρίτες στις κυρίες σ’ ένα λεωφορείο, εδώ μια συνέντευξή του όπου τον ρωτάνε την άποψή του για την κρίση (!), παλιότερα υπήρχε κι ένα βίντεο μ’ αυτόν στο YouTube όμως το κατεβάσαν τώρα (αμφιβάλλω αν ο Φώτης ξέρει καν τι είναι το ίντερνετ). Τρέμω στην προοπτική ότι αργά ή γρήγορα κάποιος θα φτιάξει και σελίδα γι’ αυτόν στο facebook. Κοιτάξτε και τα σχόλια στις παραπάνω δημοσιεύσεις.

Τα δύο τελευταία χρόνια, πολύς κόσμος άρχισε να προσέχει τον Φώτη, και μάλιστα με συγκεκριμένο τρόπο. Αρκετοί τον λένε πλέον κοσμοκαλόγερο, του δίνουν προεκτάσεις ακόμα και πολιτικές ή θρησκευτικές, ψάχνουν να δουν τι διδάγματα προσφέρει η ζωή του, βλέπουν στον Φώτη αυτό που έχουν ανάγκη να δουν.

Αυτό, βέβαια, λέει περισσότερα για τον κόσμο παρά για τον Φώτη, ο οποίος ίδιος είναι εδώ και δεκαετίες, δεν έχει αλλάξει. Φαίνεται ότι πλέον κάνει εντύπωση στον κόσμο μια μορφή που μόνο δίνει, δεν παίρνει. Ακόμα κι 1 ευρώ, αν έχει, αλλά πάντως δίνει. Ίσως γιατί ο κόσμος αισθάνεται πως όλοι οι άλλοι του τα παίρνουν.

Επίσης, υπάρχει κι ένα Buddha effect: μέσα στις τόσες έγνοιες και προβλήματα που βασανίζουν τον κόσμο, εμφανίζεται ξαφνικά μια μορφή από άλλον πλανήτη, ένας αλαφροΐσκιωτος, που τον απασχολούν περισσότερο οι γλάροι στην παραλία παρά η Μέρκελ κι ο Σαμαράς, ατάραχος κι ανεπηρέαστος από την κρίση και τη λιτότητα, σαν να ανήκει σε άλλον κόσμο. Ίσως στο μέλλον δημιουργηθεί μια καινούργια θρησκεία από τον Βόλο, Φωτισμός, όπου η ζωή και το πρόσωπο του Φώτη θα περιβληθούν με μύθους και θρύλους, ίσως κάποιος παίξει και τον ρόλο του Απόστολου Παύλου. Πάντως η μοναδική μέινστριμ ταινία για έναν άλλον λούμπεν, το The Big Lebowski, δημιούργησε ήδη μεταξύ σοβαρού και αστείου μια καινούργια θρησκεία, έδωσε έμπνευση σε διάφορα φιλοσοφικοθρησκευτικά βιβλία και ποιος ξέρει τι έπεται στο μέλλον.




Τι σημαίνουν τελικά όλα τα παραπάνω για τους λούμπεν; Ίσως ότι δεν τα ξέρουμε όλα, κάτι μας διαφεύγει. Ίσως ότι έχουμε κάνει κάποιο λάθος στον κόσμο που χτίσαμε. Ίσως ότι η ζωή είναι πολύ πιο περίπλοκη και πλούσια από ό,τι φανταζόμαστε συνήθως, έχει πολύ περισσότερες διαστάσεις. Ίσως ότι η παραδοσιακή ψυχολογία, κοινωνιολογία, τα οικονομικά, ακόμα και η πεπατημένη κοινή λογική δεν μπορεί να συλλάβει όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης εμπειρίας, υπάρχει ένα φάντασμα στη μηχανή, ένα τυφλό σημείο στη θεωρία. Ίσως, ίσως... ωχ, να πω την αλήθεια, δεν ξέρω τι σημαίνουν, έπαψα να έχω τις απαντήσεις. Ας βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του.

The Dude abides. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.